Είναι ο καρκίνος που ξεκινά από τα κύτταρα της ουροδόχου κύστης.
Διάγνωση
- Κοινά συμπτώματα του καρκίνου της ουροδόχου κύστης είναι προβλήματα ούρησης, παρουσία αίματος στα ούρα, πόνος και απόφραξη. Ωστόσο, αυτά τα συμπτώματα δεν είναι ειδικά για τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης και μπορεί επίσης να παρουσιαστούν σε πολλές άλλες καταστάσεις που δεν σχετίζονται με τον καρκίνο. Για να επιβεβαιωθεί η παρουσία του καρκίνου της ουροδόχου κύστης, γίνεται μία εξέταση που ονομάζεται κυστεοσκόπηση προκειμένου να επισκοπηθεί το εσωτερικό της κύστης και της ουρήθρας για την παρουσία όγκων.
- Υπάρχουν συγκεκριμένες εξετάσεις που βοηθούν στη διάγνωση και αξιολόγηση της έκτασης της νόσου. Η διάγνωση μπορεί να επιβεβαιωθεί μόνο μέσα από μια ιστοπαθολογική εξέταση κατά την οποία τα δείγματα ιστού από τον όγκο εξετάζονται στο εργαστήριο. Αυτή αποκαλύπτει ειδικά χαρακτηριστικά του όγκου και χρησιμοποιείται για να καθορίσει τον τύπο του καρκίνου της ουροδόχου κύστης. Θεραπεία σύμφωνα με την έκταση της νόσου (ταξινόμηση σε στάδια)
- H μη μυοδιηθητική νόσος (στάδιο 0a, στάδιο 0is, στάδιο I) περιλαμβάνει έναν όγκο που περιορίζεται στο βλεννογόνο (επιφανειακό στρώμα του τοιχώματος της ουροδόχου κύστης).
Μετά την κυστεοσκόπηση, σε όλους τους ασθενείς ο όγκος αφαιρείται με διουρηθρική εκτομή του όγκου της κύστης (TURBT)*. Αυτή θα μπορούσε τελικά να είναι θεραπευτική, αν ο όγκος μπορεί να αφαιρεθεί πλήρως.
Μερικές φορές μπορεί να χορηγηθεί επικουρική* θεραπεία όπως η χημειοθεραπεία ή ανοσοθεραπεία * απευθείας μέσα στην ουροδόχο κύστη, για να αποφευχθεί η υποτροπή της νόσου.
Εάν αυτές οι θεραπείες αποτύχουν, η αφαίρεση της κύστης (κυστεκτομή) είναι μια επιλογή.
- Η μυοδιηθητική νόσος της ουροδόχου κύστης (στάδιο II, στάδιο III) περιλαμβάνει έναν όγκο ο οποίος έχει διηθήσει το μυϊκό χιτώνα κύστης ή έχει επεκταθεί μέσω της ουροδόχου κύστης στους γύρω ιστούς. o Η συνιστώμενη θεραπεία είναι η ριζική αφαίρεση της κύστης, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους ή μερικής απομάκρυνσης γειτονικών οργάνων. Αυτή η διαδικασία μπορεί να τροποποιηθεί ελαφρώς για την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διατήρηση οργάνων.
Η χημειοθεραπεία συνιστάται πριν από την επέμβαση, ώστε να βελτιωθεί το αποτέλεσμα.
Εάν ένας ασθενής αρνηθεί τη χειρουργική επέμβαση ή αν αυτός/αυτή δεν είναι σε θέση να υποστεί την επέμβαση, η επιθετική TURBT* ή η TURBT* σε συνδυασμό με ακτινοθεραπεία ή/και χημειοθεραπεία είναι εναλλακτικές επιλογές.
Η προχωρημένη και μεταστατική νόσος (στάδιο IV) περιλαμβάνει έναν όγκο ο οποίος έχει αναπτυχθεί διαμέσου της κύστης μέσα στο τοίχωμα της πυέλου ή της κοιλίας, ή έχει εξαπλωθεί σε απομακρυσμένα όργανα. Η χημειοθεραπεία προτιμάται καθώς το χειρουργείο, για αυτό το στάδιο της νόσου, είναι απίθανο να είναι θεραπευτικό. Για επιλεγμένους ασθενείς, η χειρουργική επέμβαση και η ακτινοθεραπεία μετά τη χημειοθεραπεία θα μπορούσε να είναι επωφελής. Η ακτινοθεραπεία μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη για την ανακούφιση του πόνου ή για τον έλεγχο αιμορραγίας.
Την τελευταία 5ετία ορισμένοι ασθενείς με προχωρημένη νόσο έχουν ένδειξη να λάβουν και ανοσοθεραπεία με πολύ καλά αποτελέσματα.